Αυτός ο τεράστιος σωρός από ερείπια, μόνο
την ύπαρξη ζωής δεν υποδήλωνε. Στην ανάμνηση
των πολυώροφων κτιρίων, που κάποτε ορθώνονταν
με αυθάδικη ωραιοπάθεια, τώρα υπάρχουν
μονάχα ακαλαίσθητοι όγκοι με συντρίμμια από
μπετό και σίδερο. Η σκουριά έχει διαβρώσει όλα τα
εκτεθειμένα μέταλλα και τα μπετά, τα οποία έχουν
μια υποκίτρινη όψη, δείγμα αρρώστιας και φθοράς.
Η τοξική όξινη βροχή θανάτωσε τα πάντα. Στον
χώρο που κάποτε ασφυκτιούσε από ζωή και κίνηση,
άπλωσε ο θάνατος το νεκρικό του σάβανο, και
μετά ήρθε η σιωπή για να επουλώσει τα τραύματα
του χρόνου και να θάψει κάτω απ' τα ερείπια την
ανάμνηση της καταστροφής.
Την νεκρική σιωπή σπάει ένας διαπεραστικός
ήχος, σαν βουητό, σαν υπόκωφο σφύριγμα, και στον
ουρανό εμφανίζεται μία ιπτάμενη μηχανή. Η τροχιά
της μοιάζει ακανόνιστη, με απότομες στροφές και
ξαφνικά ανεβοκατεβάσματα. Ένας προβολέας που
εκπέμπει μια στενή γαλάζια ακτίνα, σαρώνει το
έδαφος σαν να ψάχνει να βρει κάτι. Η ιπτάμενη
μηχανή διασχίζει κατά μήκος ολόκληρη την έκταση
με τα βουνά απ' τα ερείπια και τελειώνοντας
ευθυγραμμίζει την πορεία της, αυξάνει την ταχύτητά
της και χάνεται στον ορίζοντα. Ο χώρος, η περιοχή
επανέρχεται στην κυριαρχία της νεκρικής σιγής.
Κάπου λίγο πιο έξω από τα δυτικά όρια της
νεκρής πόλης, ο Μήτσος ο Πουλίκας ξεπρόβαλε
αργά-αργά, κάτω από την ομπρέλα-καβούκι που τον
έκρυβε. Κοίταξε γύρω τριγύρω στον ορίζοντα και
όταν σιγουρεύτηκε ότι δεν υπάρχει τίποτα στον
ουρανό, έκλεισε την αυτοσχέδια ομπρέλα του, την
κρέμασε διαγωνίως στην πλάτη του και με γοργό
βήμα συνέχισε τον δρόμο του. Αν οι πληροφορίες
του ήταν σωστές, τότε κάπου εδώ τριγύρω θα
έπρεπε να βρισκόταν αυτό που γύρευε. Αν κι έχουν
περάσει 40 σχεδόν χρόνια (κι ένα πυρηνικό ολοκαύτωμα),
η διαμόρφωση της περιοχής δεν έχει μεταβληθεί
σε σημαντικό βαθμό, και ευτυχώς η αναγνώριση
γίνεται με σχετική ευκολία. Ο Πουλίκας χαμογέλασε,
καθώς σκέφτηκε πως αυτός ο Λαλιώτης είχε
πάρει πολύ στα σοβαρά τον ρόλο του και δεν είχε
αφήσει τίποτα στην τύχη. Είχε φροντίσει να μένει
σε αραιοκατοικημένη περιοχή, κοντά στην πόλη
αλλά όχι μέσα σ' αυτή, ούτως ώστε να μη θαφτεί
το έργο του κάτω από τα ερείπια των ουρανοξυστών.
Στο έδαφος υπήρχαν σημάδια από κατεστραμμένη
περίφραξη. Στο κέντρο υπήρχε ένας σωρός από
κιτρινισμένα δομικά υλικά και υπολείμματα από
καμένα ξύλα. Στο σημείο αυτό θα πρέπει να
βρισκόταν το σπίτι του Λαλιώτη και η ύπαρξη
υπερβολικά λίγων ερειπίων, είναι άλλο ένα δείγμα της
προνοητικότητας του πρώην ιδιοκτήτη, που είχε
φροντίσει να χτίσει ξύλινο σπίτι, ξέροντας πως το
ξύλο εύκολα καίγεται και δεν αφήνει ερείπια. Ο
Μήτσος κοιτάζοντας κάθε τόσο τον ουρανό, άρχισε
να ψάχνει μέσα στα λιγοστά ερείπια, για να βρει
κάποια ένδειξη που θα τον οδηγούσε στην ολοκλήρωση
της έρευνάς του. Ψάχνοντας προσεκτικά, δεν
άργησε να βρει την μολυβένια καταπακτή,
προστατευμένη από ένα χαμηλόκτιστο τοιχίο.
Το διαβρωμένο μέταλλο έτριξε και σκουριασμένες
φλοίδες ξεκόλλησαν από την επιφάνειά του, όταν
ο Πουλίκας έβαλε όλη του την δύναμη για να
το μετακινήσει. Τελικά, χρησιμοποιώντας την
αυτοσχέδια ομπρέλα σαν μοχλό, κατάφερε να
μετακινήσει την καταπακτή και να ελευθερώσει το άνοιγμα.
Κάτω από τα πόδια του έχασκε μια σκοτεινή
τρύπα με διάμετρο γύρω στο ένα μέτρο. Ο Πουλίκας
έβγαλε από την τσέπη του ένα φακό, τον άναψε
κι έριξε την φωτεινή δέσμη στην καρδιά της
σκοτεινής τρύπας. Μετά άνοιξε την ομπρέλα-καβούκι,
την τοποθέτησε πάνω από την ανοικτή τρύπα
και γλίστρησε στο εσωτερικό της. Μια μικρή
μεταλλική σκάλα τον οδηγούσε προς τα κάτω, αλλά
τα σάπια σκαλοπάτια υποχώρησαν κάτω απ' το βάρος
του Μήτσου, αυτός έχασε την ισορροπία του
και βρέθηκε με την πλάτη στο πάτωμα.
Ο φακός είχε σβήσει και η ομπρέλα που κάλυπτε
το στόμιο-είσοδο δεν άφηνε το φως της ημέρας να
εισχωρήσει και να φωτίσει το υπόγειο. Ένας
ζεστός και στεγνός αέρας γέμιζε τον σκοτεινό χώρο.
Ο Μήτσος σηκώθηκε στα γόνατα, ψηλάφισε στα
σκοτεινά, βρήκε τον φακό και τον άναψε. Με την
λεπτή δέσμη φωτός σάρωσε τον χώρο τριγύρω,
αργά και προσεκτικά. Βρισκόταν σε μια υπόγεια
αίθουσα, όχι μεγαλύτερη από τρία μέτρα επί δύο.
Οπισθοχώρησε λίγο και ακούμπησε στον τοίχο πίσω
του. Τότε πρόσεξε πως ο τοίχος πίσω του, αλλά και
το δωμάτιο ολόκληρο, είχε μια επένδυση από
κάποιο περίεργο, αφρώδες και μαλακό υλικό. Από το
ταβάνι κρέμονταν διάφορα γεωμετρικά σχήματα,
φτιαγμένα από ένα υλικό διάφανο και σπειρωτό,
τελείως άγνωστο και πρωτόγνωρο στο Μήτσο.
Στον διπλανό του τοίχο, καθώς και στον απέναντι,
κάτι πράγματα ήταν τοποθετημένα. Ο Μήτσος
προχώρησε προσεκτικά, προσπαθώντας να θέσει υπό
έλεγχο την ταραχή του. Στο τοίχο δίπλα του, υπήρχαν
κάτι μικρά τετράγωνα μεταλλικά κουτιά, τοποθετημένα
σε πυραμιδοειδή διάταξη. Ο Μήτσος είχε δει πολλά
διαφορετικά είδη μηχανικών κατασκευών (στα ερείπια των
καταστραμμένων πόλεων), και αμέσως κατανόησε
ότι βρισκόταν μπροστά σ' ένα σωρό από άθικτες
και καλοδιατηρημένες μηχανικές συσκευές. Η ιδέα
της απογοήτευσης σύρθηκε σαν παγωμένο φίδι στη
ραχοκοκαλιά του. Έστριψε την φωτεινή δέσμη του
φακού και σάρωσε μ' αυτή τον απέναντι τοίχο. Μια
σειρά από κομψές δερμάτινες κατασκευές ήταν
κρεμασμένες σε τακτά και καθορισμένα διαστήματα.
Ο Μήτσος ξεφούσκωσε κι ένιωσε την ταραχή
του να υποχωρεί. Για μια στιγμή σκέφτηκε, ότι
ίσως να είχαν δίκιο όλοι αυτοί που του έλεγαν να μη
πιστεύει σ' αυτές τις ιστορίες και τις διαδόσεις.
Μια περίεργη νευρικότητα όμως, είχε μπλοκάρει
την σκέψη του και δεν άφηνε την απογοήτευση να
τον κυριεύσει. Ο Μήτσος μηχανικά, προχώρησε
λίγα βήματα, συγκέντρωσε το φως σε μία από τις
δερμάτινες κατασκευές και βάλθηκε να την εξετάζει
με προσοχή. Το μισό τμήμα ήταν λεπτό, σε σχήμα
ανθρώπινου μπράτσου. Το υπόλοιπο ήταν πολύ
περισσότερο πλατύ, σε σχήμα λεπτού ανθρώπινου
κορμιού. Ολόκληρη η κατασκευή ήταν γεμάτη
καμπύλες. Στο πλαϊνό μέρος υπήρχαν δύο λεπτές
μεταλλικές προσθήκες, με διαστάσεις όμοιες μ' αυτές
του αντίχειρα του ανθρώπου.
Χρειάστηκαν αρκετά λεπτά μέχρι ο Μήτσος να
ανακαλύψει τα μυστικά της δερμάτινης
κατασκευής. Η αλήθεια αποκαλύφθηκε κάνοντας
κλακ, οι μικρές μεταλλικές κατασκευές άλλαξαν
σχήμα και το δερμάτινο κατασκεύασμα χωρίστηκε
στα δύο. Έκπληκτος ο Μήτσος, αποκόλλησε τα
δύο μέρη και μόλις τότε κατάλαβε πως η δερμάτινη
κατασκευή ήταν ένα είδος θήκης. Στο διαμορφωμένο
με ακρίβεια εσωτερικό, υπήρχε ένα λεπτό φύλλο
από το ίδιο αφράτο και μαλακό υλικό με το
οποίο ήταν κατασκευασμένα και τα γεωμετρικά
σχήματα που κρέμονταν από την οροφή. Κάτω από
το λεπτό αυτό φύλλο, αναπαυόταν μία πανέμορφη
και στολισμένη... εεε... «ύπαρξη» (πώς αλλιώς να
την πει;), σαν εξωπραγματική νύφη που κοιμάται.
Ο Πουλίκας έκθαμβος, ένιωσε ένα ανεξήγητο
δέος να τον πλημμυρίζει. Ο ήλιος δεν διαπερνούσε
το φύλλωμα της ομπρέλας και από την αντανάκλαση
της φωτεινής δέσμης του φακού στον γυαλιστερό
κορμό, χρώματα παιχνίδισαν στο σκοτάδι. Με
προσοχή και τρυφερότητα πήρε στα χέρια του την
λεπτή αυτή «ύπαρξη». Το στενό και λεπτό τμήμα
ήταν κατασκευασμένο από ξύλο και στην κορυφή
υπήρχε ένα σκαλισμένο σχέδιο, στολισμένο μ' έξι
γυαλιστερά ομοιόμορφα μεταλλικά αντικείμενα. Το
κάτω μέρος (λεπτό και πλατύ σαν τον κορμό του
ανθρώπου), με καμπυλοειδή εξογκώματα και
βαθουλώματα, ήταν κατασκευασμένο από λείο και
γυαλιστερό υλικό, σαν μίγμα από πλαστικό και
μέταλλο. Από το πάνω μέρος του ξύλινου μπράτσου,
από τα μεταλλικά στολίδια, ξεκινούσαν έξι λεπτές
μεταλλικές κλωστές, διέσχιζαν κατά μήκος το
μπράτσο και το μεγαλύτερο μέρος του κορμού και
κατέληγαν σ' ένα λεπτό μεταλλικό έλασμα. Πριν
από το έλασμα και κάτω από τις μεταλλικές
κλωστές, ήταν τοποθετημένοι στην σειρά (χωμένοι
μέσα στον κορμό) δύο μεταλλικοί μηχανισμοί. Στο
δεξί και κάτω τμήμα του κορμού, στην άκρη του
ελάσματος, προεξείχε ένας λεπτός μεταλλικός μοχλός
με πλαστικό κάλυμμα στην άκρη. Στο κάτω και
πίσω μέρος του κορμού υπήρχε ενσωματωμένη, άλλη
μία μικρή μεταλλική συσκευή, ενώ ακριβώς στο
κάτω μέρος προεξείχε μία μικροσκοπική κεραία.
Όλες αυτές οι περίεργες και άγνωστες
συσκευές, που υπήρχαν συγκεντρωμένες στο κρυφό
υπόγειο, δεν έλεγαν τίποτα στον Πουλίκα. Τίποτα
απ' ολ' αυτά δεν έμοιαζε με το μαγικό ραβδί-όπλο
που έψαχνε να βρει. Η ιστορία με τον Λαλιώτη
τελικά, ήταν ένα παραμύθι. Τι βλάκας ήταν που την
πίστεψε...
Έμοιαζε με μύθο, που η άκρη του ήταν χαμένη
στα μακρινά χρόνια. Η ιστορία αρχίζει από τις μέρες
που η αποθρασυμένη ανθρώπινη ράτσα, είχε
κατακυριεύσει και έπνιγε ασφυκτικά ολόκληρη την
υδρόγειο. Τότε που οι άνθρωποι αντιμετώπιζαν
σοβαρό πρόβλημα επικοινωνίας, ένα πρόβλημα που
όλο και χειροτέρευε, από τη στιγμή που η ανθρωπότητα
έθεσε μια ολοκαίνουρια θαυμαστή επιστήμη
για την έρευνα και μελέτη, αυτής της (πολυπόθητης)
επικοινωνίας. Η ανάπτυξη επικοινωνίας
παρεμποδιζόταν, σε σοβαρό βαθμό, από την ύπαρξη
πολλών και διαφορετικών διαχωρισμών μεταξύ των
ανθρώπων. Υπήρχε διαχωρισμός κατά περιοχή
(κράτη, τα έλεγαν), διαχωρισμός ανάλογος με το
χρώμα, ανάλογος με την πίστη και άλλοι πολλοί
ακόμα διαχωρισμοί. Οι βίαιες συγκρούσεις είχαν
γίνει μόνιμο και συνηθισμένο φαινόμενο, και αυτές
ήταν που κρατούσαν αναμμένη την σπίθα της σύρραξης.
Τελικά η γενική σύρραξη δεν άργησε να γίνει, με
τα γνωστά καταστροφικά αποτελέσματα για κάθε
μορφή ζωής, αλλά και για το πλανήτη τον ίδιο.
Αυτοί οι ελάχιστοι που επέζησαν, ούτε και αυτοί οι
ίδιοι δεν μπορούν να το εξηγήσουν. Φυσικά το
επίπεδο ζωής ήταν κάτω από το μηδέν και η υπόθεση
επιβίωση ήταν μια απίστευτη περιπέτεια για τον
καθένα. Τότε, στις πρώτες μέρες μετά την
καταστροφή, διάφοροι ραδιοφωνικοί σταθμοί εκπέμπανε
προηχογραφημμένα μηνύματα, με κάθε είδος
περιεχόμενο. Από μια σαδιστική οπτική, αυτά τα
μηνύματα φάνταζαν σαν συλλογή -δείγμα- της τόσο
περίεργης, εγωκεντρικής, ανθρώπινης ματαιοδοξίας.
Κάποιος τότε, άκουσε στο ραδιόφωνο ένα διαφορετικό
σταθμό. Ένα ραδιοφωνικό σταθμό, που μετέδιδε
ένα παράξενο μήνυμα, δυσνόητο και εντελώς
απίστευτο.
Σχεδόν αμέσως όμως, ενεργοποιήθηκαν και τα
αμυντικά συστήματα των ήδη κατεστραμμένων
κρατών, και ιπτάμενες μηχανές εμφανίστηκαν στον
ορίζοντα, για να ολοκληρώσουν την εξολόθρευση της
ζωής και της κίνησης. Οι ετοιμοθάνατοι επιζώντες
έτρεχαν και κρύβονταν, για να γλιτώσουν από την
φονική ακτίνα των ιπτάμενων εξολοθρευτών. Οι
ραδιοφωνικοί πομποί σταμάτησαν να εκπέμπουν, ο
ένας μετά τον άλλο, τιναγμένοι στον αέρα από τη
καταστροφική ακτίνα των ιπτάμενων μηχανών. Οι
άνθρωποι όλο και λιγόστευαν (χτυπημένοι από την
ραδιενέργεια, από τις αρρώστιες, από λιμοκτονία,
από την εξολοθρευτική ακτίνα και από τόσα άλλα
δεινά), αλλά οι ιπτάμενες μηχανές εξακολουθούσαν
να έρχονταν ακριβείς στο ραντεβού τους, με την
ίδια συχνότητα και τις ίδιες διαθέσεις.
Σιγά-σιγά, μετά από χρόνια, οι άνθρωποι βρήκαν
τρόπους να ξεγελούν και να ξεφεύγουν από τους
ιπτάμενους εξολοθρευτές. Αυτοί έθεσαν τις βάσεις
για την ανάσταση και την ανασυγκρότηση της
ανθρώπινης ράτσας. Ο χρόνος επούλωσε το θανάσιμο
τραύμα του πλανήτη και η γη ξανάγινε φιλόξενη
και στοργική για τον άνθρωπο. Μια καινούρια
ανθρώπινη ράτσα ετοιμαζόταν να επιστρέψει, σαν
έκπτωτος άρχοντας, στο κατεστραμμένο του βασίλειο.
Μόνο που γι' άλλη μια φορά, η αυγή της
ιστορίας βρίσκει τον άνθρωπο κρυμμένο στις σπηλιές.
Λες και τότε (την πρώτη φορά) να υπήρχαν ιπτάμενοι
εξολοθρευτές που τρομοκρατούσαν τους ανθρώπους;
Βέβαια δεν θα λέγονταν Dragons (όνομα
που ήταν γραμμένο στα πλευρά των ιπτάμενων
μηχανών και απ' αυτό πήραν τον τίτλο τους), αλλά θα
είχαν κάποιο άλλο όνομα και θα εκτόξευαν την
φονική τους φλόγα με κάποιο άλλο τρόπο. «Θα 'χε
πλάκα», σκέφτηκε ο Πουλίκας και χαμογέλασε,
καθώς ήρθε στο μυαλό του η εικόνα των τριχωτών
πιθηκάνθρωπων, να τρέχουν πανικόβλητοι για να
προφυλαχτούν από την φονική φλόγα ενός Dragon!
Δεν είναι δυνατόν...
Από τις πρώτες συναθροίσεις και διαβουλεύσεις
των επιζώντων, έψαχναν να βρουν τρόπο για την
αποτελεσματική αντιμετώπιση των ιπτάμενων
εξολοθρευτικών μηχανών. Σε μια απ' αυτές τις
συγκεντρώσεις, παρουσιάστηκε κάποιος από τους
γηραιότερους επιζώντες και υπενθύμισε στους
παρευρισκομένους την περίπτωση «Λαλιώτη». Μόνο άλλοι
δύο επιζώντες θυμήθηκαν την ιστορία, που συνέβη
τις τελευταίες μέρες πριν τη πυρηνική καταστροφή.
Κάποιος Λαλιώτης ήταν υπουργικό μέλος της
κυβέρνησης και είχε παραιτηθεί (λίγους μήνες πριν
τον πυρηνικό όλεθρο), καταγγέλλοντας την πολιτική
αδιαλλαξία, που οδηγεί τις κυβερνήσεις στην
αναπόφευκτη τελική σύγκρουση, από την οποία δεν
θα υπάρξει νικητής και ηττημένος. Αυτός ήταν που
γνωστοποίησε σ' όλους, ότι υπάρχει ένα εξελιγμένο
αμυντικό σύστημα, προγραμματισμένο να εξαπολύσει
μια στρατιά από κατευθυνόμενες φονικές
μηχανές-ρομπότ, οι οποίες θα ολοκλήρωναν το
καταστροφικό πρόγραμμά τους και θα εξαφάνιζαν κάθε
μορφή ζωής πάνω στην γη. Αυτό το «αμυντικό»
σύστημα είχε αποθηκευμένη ενέργεια, που θα του
επέτρεπε να λειτουργήσει για περισσότερα από εκατό
χρόνια. Ο Λαλιώτης δημιούργησε σάλο με τις
αποκαλύψεις αυτές, αλλά δεν μπόρεσε να παρεμποδίσει
το μοιραίο να συμβεί.
Τις πρώτες μετά την καταστροφή μέρες, λειτουργούσε
ένας πομπός με την ονομασία «Ράδιο Λαλιώτης»
και μετέδιδε κάτι μηνύματα πολύ περίεργα,
σχεδόν ακατανόητα. Ακόμα πιο συχνά από τα
μηνύματα όμως, μετέδιδε μια σειρά από αριθμούς, που
έμοιαζαν με συντεταγμένες. Τα νούμερα αυτά, τα
είχε σημειώσει και τα είχε διαφυλάξει ένας θαυμαστής
του Λαλιώτη και μετά από αρκετά χρόνια, τα
παρουσίασε στην συγκέντρωση για να βρουν τι
ακριβώς σημαίνουν. Τότε συνειδητοποίησαν πως
πρόκειται για συντεταγμένες. Στην συνέχεια, οι
γεροντότεροι θυμήθηκαν ότι τα μηνύματα του «Ράδιο
Λαλιώτης» μίλαγαν για κάποιο είδος ραβδίου, κάτι
σαν όπλο, με το οποίο θα μπορούσαν να αντιμετωπίσουν
τις εξολοθρευτικές μηχανές. Αυτές όμως οι
αναμνήσεις των γερόντων, αντιμετωπίστηκαν με
δυσπιστία και συγκαταβατικότητα και σαν ασόβαρες
για ν' ασχοληθούν μ' αυτές. Όσο περνούσε ο
καιρός και όσο οι ιπτάμενες εξολοθρευτικές μηχανές
εξακολουθούσαν να πετούν ανενόχλητες, τόσο
και η ιστορία για το «Ράδιο Λαλιώτης», έβρισκε
οπαδούς και υποστηρικτές, που πρόσθεταν ανύπαρκτες
διαστάσεις και την έσπρωχναν στα όρια του
μύθου.
Ο Πουλίκας δυσκολεύτηκε να βρει μια άκρη και
χρειάστηκε να ψάξει πολύ για να ανακαλύψει τα
πραγματικά στοιχεία της ιστορίας, δηλαδή τις
συντεταγμένες. Αφού βρήκε τον κατάλληλο χάρτη
και εντόπισε το σημείο, ξεκίνησε το μακρύ και
δύσκολο ταξίδι για την πολυπόθητη τοποθεσία. Η
μέρα ήταν ζεστή και ο ήλιος ψηλά, όταν ο Χαρίλαος,
ο Βρασίδας, ο Λούλης και ο Πουλίκας ξεκίνησαν
χαρούμενοι. Ο Πουλίκας είχε περπατήσει 79 μέρες
και νύχτες, και στο ταξίδι αυτό είδε τους φίλους
του να σκοτώνονται από τις ιπτάμενες δολοφονικές
μηχανές, ο ένας μετά τον άλλο. Και τελικά το
μέρος που γύρευε, το σημείο των συντεταγμένων,
ήταν ο πάτος ενός ξεχασμένου πηγαδιού!
Του φαινόταν αστείο! Ακόμα δεν είχε συνέλθει,
απ' όλα όσα του είχαν συμβεί και απ' όλα όσα είχε
μάθει μέσα σε μία μέρα. Σκαρφαλωμένος στην
κορυφή ενός λόφου, καλυμμένος κάτω από την μολυβένια
ασπίδα-ομπρέλα, κρατούσε στα χέρια του αυτό
το άγνωστο όργανο που βρήκε κρυμμένο στο υπόγειο
καταφύγιο. Δίπλα του είχε τοποθετήσει το
τετράγωνο κουτί-μηχάνημα, που κι αυτό το είχε βρει
στο ίδιο μέρος. Ένα καλώδιο συνέδεε τα δύο αυτά
κατασκευάσματα. Με το αριστερό χέρι κρατούσε
το μπράτσο του οργάνου και το πλατύ σκάφος είχε
φωλιάσει στο ύψος της κοιλιάς του, κάτω από την
μασχάλη, στην αγκαλιά του δεξιού χεριού του. Στην
κορυφή του τετράγωνου μηχανήματος άναβε ένα
κόκκινο φωτάκι. Ο Πουλίκας είχε τοποθετήσει τα
δάχτυλα του αριστερού χεριού στα κατάλληλα
σημεία του μπράτσου και περίμενε, με το δεξί χέρι
έτοιμο να χτυπήσει στο σωστό σημείο. Από την
κορυφή του μπράτσου ξεκινούσαν έξι μεταλλικά
νήματα, τα οποία κατέληγαν σε μία κάθετη μεταλλική
λάμα, στην κοιλιά του καμπυλωτού σκάφους.
Όταν εκεί στο υπόγειο καταφύγιο, η αλήθεια
αποκαλύφθηκε μπροστά στα έκπληκτα μάτια του, ο
Μήτσος ο Πουλίκας περίμενε μια πιο απλοϊκή
ανακάλυψη. Μέσα όμως από τις σελίδες του ημερολογίου
του Λαλιώτη, εμφανίστηκαν μερικές πολύ
παράξενες πτυχές της πραγματικότητας. Με αναπτυγμένο
το αίσθημα της ευθύνης και με την επίγνωση
του τέλους που πλησίαζε, ο Λαλιώτης είχε δοθεί
ολοκληρωτικά στον ιερό του σκοπό, που δεν ήταν
άλλος από την επιβίωση των επιζώντων μετά την
πυρηνική καταστροφή.
Στο ημερολόγιό του έγραφε ότι δοκίμασε τον κάθε
δυνατό τρόπο για να αποτρέψει την τελική
σύρραξη, αλλά δεν τα κατάφερε επειδή είχε να
αντιμετωπίσει ολόκληρες στρατιές από «πολεμοχαρείς
ηλίθιους» (έτσι ακριβώς τους αποκαλούσε). Στο
ημερολόγιο επίσης, υπήρχε κι ένα απόκομμα εφημερίδας,
ένα ρεπορτάζ αφιερωμένο στην ειδική
μουσικοχορευτική τελετή κατά την οποία ο (Ινδιάνικης
καταγωγής) Αμερικάνος πρόεδρος, με τελετουργικό
τρόπο ξέθαψε το «τομαχόουκ του πολέμου», το
τελευταίο και τελειότερο πυρηνικό όπλο, που
ταυτόχρονα με την χρησιμοποίησή του ενεργοποιούνται
και τα υπερσύγχρονα αμυντικά συστήματα.
Ο Λαλιώτης κάποτε ήταν κι αυτός μέλος της
κυβερνητικής τάξης, αλλά δεν άντεξε την φασιστική
διακυβέρνηση, που οδηγούσε στην εξαφάνιση του
ανθρώπινου είδους, φρίκαρε και αποφάσισε να
αλλάξει τρόπο ζωής και σκέψης. Αφιέρωσε λοιπόν
όλες του τις δυνάμεις και όλο τον χρόνο του, για
την δημιουργία συνθηκών επιβίωσης σε όσους θα
κατάφερναν να επιζήσουν από το πυρηνικό
ολοκαύτωμα. Στην αρχή γέμισε διάφορους υπόγειους
χώρους, διάσπαρτους σ' όλη την γη, με τροφές και
διάφορα άλλα είδη πρώτης ανάγκης. Τα σημεία αυτά
ήταν σημειωμένα πάνω σε χάρτες, σε πολλά
αντίγραφα, που ο Πουλίκας βρήκε σκόρπια στο
υπόγειο καταφύγιο με τα όργανα.
Το σπουδαιότερο όμως κληροδότημα που άφησε
ο Λαλιώτης (σαν όπλο-εφόδιο για τις μελλοντικές
γενιές), ήταν αυτά τα περίεργα αυτά όργανα που
είχε βρει ο Πουλίκας. Σε δύο και μοναδικά μέρη (γιατί
δεν πρόφτασε σε περισσότερα), ο Λαλιώτης
συγκέντρωσε όσο πιο πολλές κιθάρες και ενισχυτές
μπόρεσε. Όλες οι κιθάρες ήταν ίδια μάρκα και ίδιο
μοντέλο (Fender Telecaster), όπως ίδια μάρκα και
ίδιο μοντέλο ήταν και οι ενισχυτές (Marshall των
100 Watt). Αυτά τα όργανα όμως, κάθε άλλο παρά
σαν όπλα επιβίωσης μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν.
Ο Πουλίκας το κατάλαβε αυτό κι ένιωσε την
απογοήτευση να τον πλημμυρίζει. Ο Λαλιώτης
βέβαια, είχε γράψει στο ημερολόγιο τις σκέψεις του
και έδινε εξηγήσεις για τις «παράξενες» επιλογές
του. Οι εξηγήσεις όμως δεν ήταν παρά σκέψεις και
ιδέες, που ποτέ πριν δεν είχαν εφαρμοστεί στην
πράξη.
Ο Λαλιώτης, απ' ότι έγραφε στο ημερολόγιό του,
είχε επηρεαστεί από κάποιο διήγημα επιστημονικής
φαντασίας, το οποίο είχε γράψει ένας γνωστός
παραμυθατζής με τ' όνομα Άσιμος Αμίλητος. Το
διήγημα αυτό αναφερόταν στην επιβίωση μιας
ομάδας ανθρώπων, μετά από ένα πυρηνικό ολοκαύτωμα
κι ενώ στην γη είχαν κυριαρχήσει τα ρομπότ
που εξολόθρευαν κάθε μορφή ζωής. Οι επιζώντες,
σύμφωνα πάντα με το διήγημα του Αμίλητου, είχαν
σαν μοναδικό όπλο για να αντιμετωπίσουν τις
εξολοθρευτικές αυτές μηχανές, τις κιθάρες Fender
Telecaster οδηγημένες από Marshall ενισχυτές των
100 Watt! Ο Λαλιώτης επηρεάστηκε σε μεγάλο βαθμό
από το διήγημα αυτό και άρχισε να κάνει έρευνες,
για να διαπιστώσει πόσο αλήθεια μπορεί να
περικλείει μια τέτοια εκδοχή. Ένας παλιός του
φίλος που δούλευε στον σχεδιασμό των αμυντικών
συστημάτων (αλλά τον είχαν απολύσει επειδή ήταν
πρεζάκιας και ομοφυλόφιλος), του εκμυστηρεύτηκε
την υποψία του ότι τα μηχανήματα αυτά αντιδρούν
παράξενα σε μια ορισμένη ηχητική συχνότητα και
στη τονικότητα του La μινόρε. Ακριβώς όπως το
είχε γράψει και ο Άσιμος Αμίλητος, που περιέγραφε
τα ρομπότ να βραχυκυκλώνουν και να παραλύουν
όταν τα χτύπαγε το ηχητικό κύμα του La μινόρε
της Fender! Κατενθουσιασμένος ο Λαλιώτης άρχισε να
συγκεντρώνει ηλεκτρικές κιθάρες Fender, ενισχυτές
Marshall και ηλεκτρικές πηγές-μπαταρίες (φορτιζόμενες
αυτόματα από την γεωδυναμική διαφορά
φάσης), τις οποίες προσάρμοζε στους ενισχυτές για
την παροχή της απαραίτητης ηλεκτρικής ενέργειας
για να λειτουργήσει η συσκευή. Σ' όλα τα καταφύγια
(τόσο σ' αυτά με τα τρόφιμα, όσο και σ' αυτά με
τις κιθάρες και τους ενισχυτές), τοποθέτησε
ραδιοφωνικούς πομπούς, οι οποίοι θα άρχιζαν να
εκπέμπουν αυτόματα μόλις στην επιφάνεια της γης
εμφανιζόταν ραδιενέργεια.
Ο Λαλιώτης είχε φροντίσει για όλα όσα περνούσαν
από τα χέρια του και οι προσπάθειές του ήταν,
αν μη τι άλλο, συγκινητικές. Ο Πουλίκας όμως δεν
μπορούσε να καταλάβει και να συμφωνήσει με την
πίστη του Λαλιώτη, για τις κιθάρες που μπορούν
να «σκοτώσουν» τις δολοφονικές μηχανές. Εκεί
κάτω στο ξεχασμένο πηγάδι-καταφύγιο, ο Πουλίκας
σκέφτηκε τους κινδύνους που είχε περάσει, τα
χιλιόμετρα που είχε διανύσει, τους τρεις πολύτιμους
φίλους (τον Χαρίλαο, τον Βρασίδα και τον Λούλη),
που είχε χάσει μέχρι να φτάσει στην ποθητή
τοποθεσία. Η μέρα ήταν ζεστή και ο ήλιος ψηλά, όταν ο
Πουλίκας αποφάσισε να ξεμυτίσει από το ξεχασμένο
πηγάδι-καταφύγιο. Ζωσμένος με την Caster και
την αυτοσχέδια μολυβένια ομπρέλα του και
κουβαλώντας στην πλάτη του τον θεόβαρο Marshall,
προχώρησε προς τον κοντινό χαμηλό λόφο που δέσποζε
στην ισοπεδωμένη περιοχή. Είχε πάρει την απόφαση
να κάνει μια προσπάθεια, να δοκιμάσει για
την πρακτική εφαρμογή των τόσο παλαβών ιδεών
του Λαλιώτη. Ή μάλλον όχι του Λαλιώτη, αλλά
αυτού του άλλου του μουρλού, του Αμίλητου, που
με τις ασόβαρες αρλούμπες του αποτρέλανε
τελείως τον κακομοίρη τον Λαλιώτη. Ο Πουλίκας
σκέφτηκε με φρίκη πως υπήρχε εποχή, που ο καθένας
μπορούσε να πει και να γράψει οτιδήποτε
γεννούσε το άρρωστο μυαλό του, χωρίς ενδοιασμούς
και χωρίς αίσθηση ευθύνης! Με τέτοια νοοτροπία,
πολύ φυσικό ήταν η ανθρωπότητα να οδηγηθεί
στην καταστροφή. Ακούς εκεί ο ήχος της κιθάρας
να σκοτώνει τα ρομπότ...
Η ιπτάμενη δολοφονική μηχανή εμφανίστηκε
στο βάθος του ορίζοντα, ακολουθώντας την
γνωστή τεθλασμένη και άστατη πορεία της. Το
ανατριχιαστικό βουητό της διαπέρασε τ' ακουστικά
τύμπανα κι έγδαρε τα εγκεφαλικά κύτταρα του
Μήτσου του Πουλίκα.
Στην κορυφή του χαμηλού λόφου ένας άνθρωπος
κρυμμένος κάτω από την ανοικτή μολυβένια
ομπρέλα, με μια κιθάρα στα χέρια κι έναν ενισχυτή
δίπλα του, ετοιμαζόταν να δώσει μια άνιση μάχη, η
οποία περισσότερο έμοιαζε με παράσταση. Ο
Πουλίκας ένιωσε γελοίος αλλά και έτοιμος για το
μεγάλο ρίσκο. Η ιπτάμενη μηχανή πλησίαζε και η
φονική της ακτίνα σάρωνε το έδαφος, προσπαθώντας
να ανακαλύψει και να καταστρέψει οποιαδήποτε
μορφή ζωής συναντούσε στο διάβα της. Ο Πουλίκας
σκούπισε με την ανάποδη του χεριού του το
ιδρωμένο του μέτωπο κι έριξε μια τελευταία ματιά,
για να σιγουρευτεί πως όλα ήταν στην σωστή τους
θέση. Είχε ακολουθήσει κατά γράμμα τις οδηγίες
του Λαλιώτη και ήταν έτοιμος να «εκτοξεύσει» το
μαγικό ακόρντο. Η τελευταία του σκέψη ήταν, αν
αποτύχει έχει πολλές πιθανότητες να βρεθεί κι
αυτός εκεί που «υπάρχουν» ο Λαλιώτης και ο
εξυπνάκιας ο Αμίλητος. Ααχ, έτσι και τους πετύχει
πουθενά τι έχει να γίνει!...
Η ιπτάμενη συσκευή είχε πλησιάσει πιο κοντά
από τα εκατό μέτρα. Ο Πουλίκας με την αγωνία
ζωγραφισμένη στο πρόσωπό του, χτύπησε με το δεξί
χέρι τις χορδές κι έσυρε (απειροελάχιστα) τα
δάχτυλα τού αριστερού του χεριού πάνω στο μπράτσο
της κιθάρας, κρατώντας σφιχτά το ακόρντο του La
μινόρε. Ο ήχος εκτοξεύτηκε εκκωφαντικός! Χωρίς
να χάσει στιγμή ο Πουλίκας έστρεψε την κιθάρα
προς το μέρος του ενισχυτή, την πλησίασε στο
μεγάφωνο του Marshall και την κούνησε πάνω-κάτω,
αριστερά και δεξιά. Ένα διαπεραστικό σφύριγμα
(μικροφωνισμός) δημιουργήθηκε από την ανάδραση
του ήχου και θωράκισε το La μινόρε, το οποίο
εκτοξεύτηκε στο χώρο. Το ανατριχιαστικό
ακόρντο χτύπησε, με την ισχύ
των 100 Watt, την ιπτάμενη εξολοθρευτική μηχανή
και την αμέσως επόμενη στιγμή, η φονική ακτίνα
τρεμόπαιξε κι έσβησε απότομα. Μια πράσινη
λάμψη άστραψε στο εσωτερικό της μηχανής και το
χαρακτηριστικό βουητό σταμάτησε. Η πορεία
ευθυγραμμίστηκε και η ιπτάμενη μηχανή έγειρε απότομα,
και με μια μεγαλοπρεπή βουτιά συντρίφτηκε
στους πρόποδες του χαμηλού λόφου!
Το στριγκλιστό La μινόρε αντηχούσε ακόμα στο
χώρο. Ο Πουλίκας έκθαμβος, δεν μπορούσε να
πιστέψει όλα όσα διαδραματίστηκαν μόλις πριν από λίγο
μπροστά του. Από τα συντρίμμια της ιπτάμενης
εξολοθρευτικής μηχανής αναδύονταν μικρά
συννεφάκια καπνού. Ο Πουλίκας ακούμπησε την κιθάρα
με προσοχή δίπλα στον ενισχυτή και χάιδεψε με το
αριστερό του χέρι τον σβέρκο του. Χαμογέλασε με
καμάρι. Φαντάστηκε τον εαυτόν του σαν τον
σωτήρα της ανθρωπότητας (τέλος πάντων, αυτών που
έχουν επιζήσει) και σαν τον θεμελιωτή του νέου
οικοδομήματος, που θα χτιστεί από μια νέα γενιά
ανθρώπων. Κι όλα αυτά με μια κιθάρα Fender Telecaster
κι έναν ενισχυτή Marshall των 100 Watt! Απίστευτο!
Ας είναι καλά αυτός ο Λαλιώτης και αυτός ο άλλος
ο παλαβός, ο συγγραφέας, ο ... πώς τον λένε
είπαμε; Ας τον θυμόμαστε και ας ανάβουμε που και
που κανένα κεράκι στην μνήμη του. Ας είναι καλά
εκεί που βρίσκεται ο ... ρε γαμώτο, ξεχνάω συνεχώς
τ' όνομά του. Δεν γαμιέται! Σιγά μη γράψει γι'
αυτόν η ιστορία (αυτό μας έλειπε, να μας κλέψει και
την δόξα κιόλας). Στην ιστορία θα γραφτεί
μόνο το δικό του όνομα, το όνομα του
Μήτσου του Πουλίκα και μάλιστα με χρυσά
γράμματα. Άντε να αφιερωθεί κι ένα συνοπτικό
κεφάλαιο για τον Χαρίλαο, τον Βρασίδα και
τον Λούλη. Μπορεί να γράψω και κανένα τραγούδι
γι' αυτούς και για το ξεχασμένο πηγάδι, σκέφτηκε
ο Πουλίκας καθώς χάιδευε τις χορδές της κιθάρας.
Που το ξέρεις, μπορεί να γίνει και επιτυχία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου